Καθώς κερδίζει έδαφος στην Ε.Ε. η πολιτική μηδενικής ανοχής στην αποψίλωση των δασών, πολλοί επενδυτές εκφράζουν ανησυχία για την έκθεσή τους σε εταιρείες που έχουν ενοχοποιηθεί για το πρόβλημα. Ορισμένοι δήλωσαν μάλιστα στο Reuters ότι θα αποχωρήσουν από εταιρείες καταναλωτικών ειδών με «επισφαλείς» εφοδιαστικές αλυσίδες.
Το θέμα αφορά την απόφαση που έλαβε η Ε.Ε. τον Δεκέμβριο να απαγορεύει την πώληση των προϊόντων όσων εταιρειών έχουν συνδεθεί με την αποψίλωση δασών. Ανάμεσά τους εταιρείες που εμπορεύονται καφέ, βοδινό κρέας, σόγια, ελαστικά, φοινικέλαιο και πολλά άλλα εμπορεύματα. Εφεξής οι εταιρείες οφείλουν να αποδείξουν πως οι εφοδιαστικές τους αλυσίδες δεν συνεισφέρουν στην καταστροφή των δασών. Διαφορετικά θα τους επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 4% επί του κύκλου εργασιών τους σε ένα κράτος-μέλος της Ε.Ε. Η γερμανική Union Investment, ένωση 20 επενδυτών που τοποθετούνται σε μεγάλες εταιρείες καταναλωτικών ειδών, όπως η Unilever και η Reckitt, κάλεσε πέρυσι με επιστολή της 56 εταιρείες καταναλωτικών ειδών να διερευνήσουν κατά πόσον στις εφοδιαστικές τους αλυσίδες υπάρχουν εταιρείες υπεύθυνες για την αποψίλωση των δασών. Σχολιάζοντας σχετικά ο Χένρικ Πόντζεν, στέλεχος της Union Investment, μέλη της οποίας έχουν επενδύσει συνολικά 424 δισ. ευρώ σε μετοχές των Nestle, Pepsico, Danone, Beyond Meat και L’ Oreal, τόνισε πως «τα πρόστιμα ίσως εγκυμονούν κινδύνους για την πορεία αυτών των εταιρειών στο χρηματιστήριο».
Μέχρι στιγμής η Union Investment έχει λάβει μόνον 30 απαντήσεις, εκ των οποίων 14 εταιρείες δήλωσαν πως έχουν θέσει στόχο τη μηδενική έκθεσή τους σε εταιρείες υπεύθυνες για την καταστροφή δασών. «Αυτό είναι εξαιρετικά ασύνηθες», σχολιάζει ο Πόντζεν και προσθέτει πως «συνήθως λαμβάνουμε απάντηση από όσες εταιρείες έχουν δεχθεί ερωτηματολόγιό μας και ίσως ο λόγος που δεν απάντησαν αυτή τη φορά είναι ότι δεν είχαν τίποτε να πουν». Δεν είναι ο μοναδικός που έχει εξοργιστεί με την αδιαφορία των εταιρειών και την απροθυμία τους να θέσουν στόχους για την προστασία των δασών. Οκτώ μεγάλοι επενδυτές, οι Schroders, Janus Henderson, NBIM, Union Investment, KLP, Aviva, Fidelity International και Ninety One, δήλωσαν στο Reuters ότι έχουν θέσει το θέμα στις εταιρείες καταναλωτικών ειδών, τρεις εκ των οποίων απάντησαν ότι θα εγκαταλείψουν συγκεκριμένες μετοχές. Η σχετική νομοθεσία αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή στα τέλη του 2024 για τις μεγάλες εταιρείες.
Αν και οι κατασκευαστές καταναλωτικών ειδών έχουν μεγάλη έκθεση σε εταιρείες που εμπλέκονται σε αποψιλώσεις δασών, οι σχετικοί έλεγχοι πρόκειται να επεκταθούν και σε άλλους τομείς της βιομηχανίας που εισάγουν είδη συνυφασμένα με αποψιλώσεις δασών. Ανάμεσά τους οίκοι εμπορευμάτων και βιομηχανικοί όμιλοι. Σύμφωνα με τον Τζόναθαν Τουμπ, στέλεχος της Aviva που έχει επενδύσεις άνω των 278 δισ. δολ. και μερίδια μετοχών στις P&G, Unilever, Nestle και Reckitt, «οι εταιρείες πρέπει να είναι πιο καθαρές από καθαρές δεδομένου ότι θα υπάρχουν εφεξής τόσο υψηλά πρόστιμα». Το κρατικό επενδυτικό ταμείο της Νορβηγίας, το ΝΒΙΜ, που συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους επενδυτές του κόσμου, με τα κεφάλαιά του άνω του 1,3 τρισ. δολ., εκτιμά πως οι νέοι κανόνες θα πλήξουν όσες εταιρείες δεν είχαν προετοιμαστεί για κάτι τέτοιο. Σημειωτέον ότι η Υπηρεσία Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών εκτιμά πως έχουν χαθεί περίπου 4,2 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα δασών στο διάστημα από το 1990 έως το 2020, ενώ η κατανάλωση της Ε.Ε. αντιπροσωπεύει περίπου το 10% της παγκόσμιας αποψίλωσης δασών, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ