Γράφει ο Αλέξανδρος Δαλέκος
Αρκετές ευρωπαϊκές χώρες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν σοβαρές ελλείψεις σε φυσικό αέριο εφόσον η Μόσχα αποφασίσει να προχωρήσει σε διακοπές παροχής μέσα στο επόμενο εξάμηνο παραδέχθηκε ο απερχόμενος επίτροπος με αρμοδιότητα την ενέργεια, ο Γκίντερ Έτινγκερ.
Ο Έτινγκερ παρουσίασε πρόσφατα τα αποτελέσματα αντοχής στα οποία υπεβλήθη ο ενεργειακός τομέας σε όλα τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), σχεδόν την ίδια ώρα που ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν προειδοποιούσε ότι σε περίπτωση που η Ουκρανία αρχίσει να παρακρατεί ποσότητες φυσικού αερίου που προορίζονται για την Ευρώπη για την κάλυψη δικών της αναγκών, τότε η Μόσχα θα μειώσει τις συνολικές ποσότητες – με ό,τι συνεπάγεται αυτό.
Ωστόσο, το αν οι ρωσικές απειλές θα γίνουν πραγματικότητα εξαρτάται από την έκβαση των συνομιλιών με το Κίεβο για τα επόμενα βήματα στην Ουκρανία. Η συνάντηση του Πούτιν με τον ουκρανό πρόεδρο Πέτρο Ποροσένκο στο Μιλάνο την περασμένη Παρασκευή, με τη διαμεσολάβηση των Ευρωπαίων, δεν έλυσε τον «γόρδιο δεσμό» και όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά.
Ο Έτινγκερ θέλησε να εμφανιστεί συγκρατημένα αισιόδοξος ότι η κατάσταση δεν θα ξεφύγει από τον έλεγχο. Ωστόσο, αν λάβει κανείς υπόψη του χειρότερο δυνατό σενάριο, σε περίπτωση που η Gazprom σταματούσε πλήρως τις εξαγωγές για έξι μήνες, τότε χώρες όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Φινλανδία και κρατών της Βαλτικής όπως η Λετονία και η Εσθονία θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ελλείψεις αερίου σε ποσοστό από 40% ως και 100%.
Οι ελλείψεις θα μπορούσαν να καλυφθούν με μεθόδους όπως η αύξηση των εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τη Νορβηγία, το Κατάρ ή την Αλγερία. Ωστόσο, οι τιμές εισαγωγών LNG θα είναι αναμφίβολα υψηλότερες από την προμήθεια αερίου μέσω αγωγών, καθώς η ζήτηση από τις ασιατικές χώρες τις έχει οδηγήσει να πάρουν την ανιούσα.
Η Κομισιόν συστήνει επίσης να γεμίσουν οι αποθήκες φυσικού αερίου, όπου αυτές υπάρχουν, Ήδη, αυτές είναι γεμάτες σε ποσοστό 90%.
Πάντως, οι Βρυξέλλες επαναλαμβάνουν ότι πρέπει να προχωρήσει πολύ γρήγορα η κατασκευή νέων υποδομών και ο εκσυγχρονισμός παλαιότερων για να ενισχυθεί η ενεργειακή ασφάλεια στη «γηραιά ήπειρο».