Οι συναλλαγές στο χρηματιστήριο της Μόσχας ολοκληρώθηκαν με σημαντική πτώση των βασικών δεικτών εξαιτίας μιας ακόμη πτώσης στις τιμές του πετρελαίου.
Ο δείκτης MICEX του Χρηματιστηρίου της Μόσχας υποχώρησε κατά 5,04% φθάνοντας στις 2.112,64 μονάδες, ενώ ο δείκτης RTS κατέρρευσε κατά 10,96% φθάνοντας στις 832, 26 μονάδες. Και οι δύο δείκτες υποχώρησαν από τις αρχές του έτους κατά 30,64% και 46,27% αντίστοιχα.
Η ισοτιμία του δολαρίου τη στιγμή που έκλεινε η βασική συνεδρίαση ενισχύθηκε κατά 6% φθάνοντας τα 79,97 ρούβλια, ενώ το ευρώ κατά 4,64% φθάνοντας τα 86,75 ρούβλια. Ωστόσο στη συνέχεια η υποχώρηση του ρουβλίου συνεχίστηκε. Το ένα ευρώ έφθασε τα 88 ρούβλια ενώ το αμερικανικό δολάριο σχεδόν τα 81 ρούβλια, για να σταθεροποιηθεί στα 80,87 ρούβλια. Τέτοιου είδους ισοτιμίες είχαν να καταγραφούν στην ρωσική χρηματαγορά από τον χειμώνα του 2016.
Ο Ρώσος αναλυτής της Freedom Finance Βαλέρι Εμελιάνοφ αναφερόμενος στην σημερινή πτώση των δεικτών του χρηματιστηρίου της Μόσχας δήλωσε ότι η ρωσική χρηματαγορά «έζησε μια από τις πλέον δραματικές στιγμές τις τελευταίες ημέρες», ενώ αναφερόμενος στην πτώση που παρατηρείται στις τιμές του πετρελαίου δήλωσε ότι «στην πραγματικότητα παρατηρούμε τις τιμές της δεκαετίας του 1990».
«Όριο στην πτώση των τιμών του πετρελαίου, την παρούσα στιγμή δεν υπάρχει», δηλώνει ο Ρώσος αναλυτής, προσθέτοντας ότι θεωρητικά η τιμή του πετρελαίου μπορεί να πέσει κάτω από την τιμή της Saudi Aramco ($25), μετά την οποία θα επακολουθήσει το ψυχολογικό όριο των 20 δολαρίων το βαρέλι, και εκτιμώντας παράλληλα ότι είναι αμφίβολο αν η αγορά θα μπορέσει να παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα σ’ ένα τόσο χαμηλό επίπεδο». Οι περισσότεροι Ρώσοι αναλυτές συμφωνούν πάντως στο ότι οι φόβοι των επενδυτών εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού, οι οποίοι διακατέχονται από τον πανικό, μαζί με την πτώση στις τιμές του πετρελαίου, επηρέασαν όλα τα χρηματιστήρια συμπεριλαμβανομένου και του Χρηματιστηρίου της Μόσχας.