Η απόφαση της Βενεζουέλας να επιτρέψει την εξόρυξη χρυσού και διαμαντιών σε έξι ποτάμια στην περιοχή του Αμαζονίου μπορεί να επιδεινώσει τις περιβαλλοντικές καταστροφές λόγω της υπό κρατική αιγίδα μεταλλευτικής αυτής επένδυσης, αλλά παράλληλα τροφοδοτεί τη μετάδοση του κορωνοϊού στους ευάλωτους τοπικούς πληθυσμούς, υποστηρίζουν προασπιστές του περιβάλλοντος και βουλευτές.
Η κυβέρνηση του προέδρου της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο κατάργησε αυτό τον μήνα τη μακροχρόνια απαγόρευση εξόρυξης στα ποτάμια, με την ελεγχόμενη από την αντιπολίτευση Εθνοσυνέλευση να καταδικάζει το προεδρικό διάταγμα την περασμένη εβδομάδα.
Μολονότι οι εξορύξεις ήδη πραγματοποιούνται παράνομα, οι επικριτές του μέτρου υποστηρίζουν πως η άρση της απαγόρευσης θα ενθαρρύνει τη δημιουργία ακόμη περισσότερων ‘αυτοσχέδιων’ ορυχείων, τα οποία εδώ και πολλά χρόνια αποτελούν εστία πολλών μολυσματικών ασθενειών, καθώς η χώρα πασχίζει να εμποδίσει τη μετάδοση της COVID-19 — της αναπνευστικής ασθένειας που προκαλείται από τον κορωνοϊό.
«Υπάρχει μια άμεση σχέση ανάμεσα στην εξόρυξη και την ανάπτυξη ορισμένων επιδημιών, όπως η ελονοσία, η ιλαρά και άλλων λοιμωδών ασθενειών. Έτσι, μέσα στο πλαίσιο της έξαρσης του κορωνοϊού, η εξορυκτική δραστηριότητα σε αυτά τα ποτάμια μπορεί να δημιουργήσει ένα περιβάλλον ευνοϊκό για τη μετάδοση», τονίζει ο Λουΐς Μπέγιο από την ομάδα περιβαλλοντικού ακτιβισμού Wataniba Amazon Socio-Environmental Working Group .
Μέχρι στιγμής το υπουργείο Τύπου της Βενεζουέλας δεν έχει ανταποκριθεί στα αιτήματα για σχολιασμό της είδησης.
Το επίσημο ψήφισμα επιτρέπει την εξόρυξη στους ποταμούς Κουτσιβέρο, Κάουρα, Άρο, Καρόνι, Γιουρουάρι, και Κουγιούνι, οι οποίοι βρίσκονται στο Εξορυκτικό Τόξο του Ορινόκου (Orinoco Mining Arc), που έχει δημιουργηθεί από την κυβέρνηση σε μια έκταση άνω των 111.000 τετραγωνικών χλμ στην περιοχή του Αμαζονίου που ανήκει στη Βενεζουέλα.
Η κυβέρνηση του Μαδούρο από το 2016 έχει υποστηρίξει την αναγκαιότητα να επιτραπούν εξορύξεις μικρής κλίμακος, που θα αποφέρουν ζωτικά έσοδα στο δημόσιο εν μέσω οικονομικής κρίσης, η οποία έχει ενταθεί μετά τις κυρώσεις που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ εναντίον της χώρας, προκειμένου να εκβιάσουν την πτώση της κυβέρνησης.
Η πρωτοβουλία του Μαδούρο έχει επικριθεί από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις και τους προασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που προτάσσουν το επιχείρημα πως αυτό το μέτρο θα συμβάλει στη μόλυνση των λεκανών απορροής με υδράργυρο, θα οδηγήσει σε σφαγές, καθώς συμμορίες μάχονται για τον έλεγχο του εδάφους, ενώ θα λειτουργήσει παράλληλα κι ως εστία αναπαραγωγής και μετάδοσης ασθενειών.
«Θα καταστρέψουν το νερό, το έδαφος και τον αέρα. Ο υδράργυρος που χρησιμοποιούν προκαλεί σοβαρή βλάβη στους ανθρώπους, κυρίως στους ανθρακωρύχους και τις κοινότητες των γειτονικών περιοχών», τονίζει η βουλευτής Μαρία Γαβριέλα Ερνάντες, επικεφαλής της επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής.
Παρ’ όλο που η κυβέρνηση, όταν ήρε την απαγόρευση εξόρυξης, επανέλαβε πως δεν καταργείται η υφιστάμενη απαγόρευση στη χρήση υδραργύρου, οι οργανώσεις αντέτειναν πως συνήθως οι εξορύξεις μικρής κλίμακας καταστρατηγούν, ή αγνοούν, αυτούς τους κανονισμούς.
Στην περιοχή αυτή διαβιούν περίπου 48.000 αυτόχθονες ιθαγενείς, που ανήκουν σε εννέα διαφορετικές εθνοτικές ομάδες, σύμφωνα με στοιχεία απογραφής του 2011. Μέχρι στιγμής δεν έχουν υπάρξει αναφορές για καταγραφή θυμάτων από κορωνοϊό μεταξύ των ιθαγενών της περιοχής.
Πηγή: ΑΠΕ