Οι συμβάσεις αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (PPA’s) κατακτούν σταδιακά την αγορά ως ένα μοντέλο που συνδυάζει τα συμφέροντα των παραγωγών, των καταναλωτών, των χρηματοδοτών και των εμπόρων, ενώ η επικείμενη μεταρρύθμιση του υφιστάμενου σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα τις προσφέρει πρόσθετη ώθηση. Οι επιχειρήσεις στην ΝΑ Ευρώπη πρέπει να προσαρμοστούν με πιο ταχείς ρυθμούς στους νέους κανόνες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας αν θέλουν να διατηρήσουν και να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους, υποστηρίζουν ειδήμονες του κλάδου. Η ενεργειακή κρίση υποχρέωσε σχεδόν όλες τις κυβερνήσεις ανά τον κόσμο να αναλάβουν δράση προκειμένου να εξασφαλίσουν στους πολίτες και τις επιχειρήσεις τους σταθερή παροχή ηλεκτρικής ενέργειας σε αποδεκτές τιμές, εν μέσω της ραγδαίας αύξησης του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας, που αυξανόταν με ρυθμό πέντε μέχρι δέκα φορές ταχύτερα από ό,τι πριν από το ξέσπασμα της κρίσης.
Ταυτόχρονα, πολλές κυβερνήσεις της ΕΕ ζήτησαν την αλλαγή των βασικών αρχών της αγοράς ενέργειας, επειδή τις θεωρούσαν υπαίτιες για την άνοδο των τιμών. Ωστόσο, ο επικεφαλής του τμήματος ηλεκτρικής ενέργειας του Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας της ΕΕ (ACER), θεωρεί ότι οι βασικές αρχές της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ένωση έχουν αποδειχθεί αποδεκτές και σταθερές. Το ίδιο πιστεύουν οι ρυθμιστικές αρχές και μεγάλος αριθμός εμπειρογνωμόνων, δηλαδή ότι οι βραχυπρόθεσμες αγορές έχουν λειτουργήσει ικανοποιητικά και ότι χάρη σε αυτές μπορούμε να παρακολουθήσουμε τις τάσεις των τιμών.
Οι θεσμικοί παράγοντες και οι αναλυτές πιστεύουν ακόμη, ότι η υφιστάμενη ολοκλήρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ έπαιξε καίριο ρόλο στη μείωση των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης και το αποδεικνύουν με την παράθεση ορισμένων γεγονότων που συνέβησαν στο υπό εξέταση χρονικό διάστημα: πρώτον, ότι το όφελος από το διασυνοριακό εμπόριο ανήλθε σε 36 δισεκατομμύρια ευρώ το 2022, δεύτερον ότι η αστάθεια των τιμών θα ήταν επτά φορές πιο έντονη αν δεν υπήρχε το διασυνοριακό εμπόριο, και τρίτον ότι η Γαλλία κατάφερε να εξασφαλίσει αρκετή ηλεκτρική ενέργεια τον περασμένο χειμώνα, καθώς έγινε εισαγωγέας, για πρώτη φορά, χάρη στην ενωσιακή αλληλεγγύη και το διασυνοριακό εμπόριο.
Ωστόσο, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι μακροπρόθεσμες αγορές και η δυνατότητα αντιστάθμισης πρέπει να βελτιωθούν, αν θέλουμε να χειραγωγήσουμε τις τιμές προς όφελος των καταναλωτών και να επιταχύνουμε την ενεργειακή μετάβαση.
Όσον αφορά στην αντίδραση των κυβερνήσεων των χωρών-μελών της ΕΕ, η ανάλυση του ACER έδειξε ότι προέβησαν στη λήψη ενός τεράστιου αριθμού μέτρων -ενδεχομένως και περισσότερων από 400 διαφορετικών μέτρων- εκ των οποίων το ένα τρίτο κατέτεινε αμιγώς στη διασφάλιση της ασφάλειας του εφοδιασμού και τα υπόλοιπα στο να ελαφρύνουν το βάρος των υπέρογκων τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας για τους καταναλωτές.
Η γενική πεποίθηση των θεσμικών φορέων της ΕΕ είναι ότι τα μέτρα αυτά θα παραμείνουν σε ισχύ για ακόμη κάποιο χρονικό διάστημα, τουλάχιστον έως αρχίσουν να φαίνονται τα πρώτα απτά αποτελέσματα της μεταρρύθμισης της αγοράς.
Η πρόταση της ΕΕ για τη μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας βρίσκεται στο τραπέζι και όλα τα μηνύματα που λαμβάνει η αγορά είναι ότι θα έχει εγκριθεί έως το τέλος του έτους.
Ωστόσο, τα σήματα είναι ισχυρά και για την πλευρά των καταναλωτών, ιδίως των επιχειρήσεων, καθώς η ενεργειακή κρίση αποτέλεσε γι’ αυτούς μια ισχυρή πρόκληση που τους καλεί να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο προμηθεύονται ηλεκτρική ενέργεια.
Πηγή: energia.gr